Χάμιλτον

Χάμιλτον
I
(Hamilton). Βρετανός ναύαρχος. Διακρίθηκε για τα φιλελληνικά του αισθήματα. Στην εισβολή του Δράμαλη στην αργολική πεδιάδα, ο X. κατέπλευσε επικεφαλής αγγλικής μοίρας στο Ναύπλιο, αλλά τελικά δεν ήρθε σε επαφή με τους πολιορκημένους Τούρκους. Για μια περίοδο έφυγε για την Αγγλία, από όπου γύρισε το 1824. Όταν ο Ιμπραήμ επρόκειτο να πολιορκήσει το Ναύπλιο, ο X. συμβούλευσε τους Έλληνες να ζητήσουν την αγγλική προστασία. Με δική του μεσολάβηση έγινε η ανταλλαγή του Γ. Μαυρομιχάλη και του Γιατράκου με τους αιχμαλώτους Τούρκους πασάδες. Προσπάθησε επίσης να συμβιβάσει τους Υδραίους που είχαν χωριστεί σε δύο στρατόπεδα. Όταν οι αρχές της πατρίδας του αντέδρασαν στην εκλογή του I. Καποδίστρια ως Κυβερνήτη, γιατί τον θεωρούσαν όργανο της ρωσικής πολιτικής, ο X. έφυγε δήλωσε ότι εγκρίνει απόλυτα την εκλογή του. Ο X. έφυγε από την Ελλάδα το 1828 αφού προηγουμένως είχε, όπως γράφει ο ιστορικός Σπ. Τρικούπης, κατακτήσει τις ψυχές των Ελλήνων.
II
(Hamilton). Oνομασία διαφόρων πόλεων.
1. Πόλη (61.368 κάτ.) των ΗΠΑ στην πολιτεία του Οχάιο. Είναι χτισμένη στο σημείο όπου υπήρχε άλλοτε το ομώνυμο φρούριο, που χτίστηκε το 1791. Η περιοχή είναι αγροτική, αλλά το X. ειδικά, στα τελευταία χρόνια, έγινε αξιόλογο σιδηρουργικό κέντρο, του οποίου τα προϊόντα τροφοδοτούν τις γύρω περιοχές. Υπάρχουν εκεί και βιομηχανίες άνθρακα, χαρτιού και κατασκευής μηχανών.
2. Πόλη (306.728 κάτ.) του Καναδά, στην επαρχία του Οντάριο. Είναι χτισμένη στη δυτική όχθη της λίμνης Οντάριο. Η πόλη, που ιδρύθηκε το 1813, είναι εμπορικό κέντρο εσπεριδοειδών της χερσονήσου του Νιαγάρα. Χάρη στις μεγάλες υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται στους κοντινούς καταρράκτες του Ντε Κιου, υπάρχουν σημαντικές μεταλλουργικές εγκαταστάσεις (χυτήρια, βιομηχανίες κατασκευής μηχανημάτων, ηλεκτρικών ειδών κ.ά.).
3. Πόλη (104.100 κάτ.) της Νέας Ζηλανδίας. Βρίσκεται στο βόρειο νησί, στην επαρχία Όκλαντ, στις όχθες του ποταμού Βαϊκάτο. Η πόλη είναι κέντρο αγροτικής και κτηνοτροφικής περιοχής.
4. Πόλη (70.000 κάτ.) της Σκοτίας, στην κομητεία της Λάναρκ. Απέχει 15 χλμ. από τη Γλασκόβη και βρίσκεται στο κέντρο πεδιάδας πλούσιας σε ορυκτά (άνθρακα και σίδηρο). Στην περιοχή του X. υπάρχουν σημαντικές βιομηχανίες (χυτήρια, εργοστάσια κατασκευής αυτοκινήτων). Στην πόλη ακμάζει και η βιομηχανία κατασκευής βαμβακερών δαντελών.
5. Πρωτεύουσα (6.000 κάτ.) των νησιών Βερμούδες. Ιδρύθηκε το 1790 και είναι το σημαντικότερο λιμάνι των νησιών. Βασική πλουτοπαραγωγική πηγή της είναι ο τουρισμός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Χάμιλτον, σερ Ουίλιαμ — (Hamilton, 1730 – 1803). Άγγλος διπλωμάτης και αρχαιολόγος. Υπηρέτησε στον στρατό και διετέλεσε υπασπιστής του τότε πρίγκιπα της Ουαλίας Γεωργίου Γ’ με τον οποίο πήρε μέρος στην εκστρατεία της Ολλανδίας. Το 1764 στάλθηκε πρεσβευτής στη Νάπολη,… …   Dictionary of Greek

  • Χάμιλτον, Αλεξάντερ — (Hamilton). Άγγλος εξερευνητής (18ος αι.). Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στο δυτικό Μπουτάν της Ασίας, έμεινε αρκετούς μήνες εκεί και μελέτησε τα ήθη και τα έθιμα των κατοίκων του. Από το Μπουτάν πήγε στο Θιβέτ και, τελικά, έφτασε έως το… …   Dictionary of Greek

  • Χάμιλτον, Ουίλιαμ — (Hamilton, Γλασκόβη 1788 – Εδιμβούργο 1856). Σκοτσέζος φιλόσοφος. Καθηγητής της λογικής και της μεταφυσικής στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου από το 1836, συνεργάτης της Edinburgh Review, φίλος του Βικτόρ Κουζέν, βαθύς γνώστης της γερμανικής… …   Dictionary of Greek

  • Χάμιλτον, σερ Ουίλιαμ Ρόουαν — (Hamilton, Δουβλίνο 1805 – 1865). Ιρλανδός αστρονόμος και φυσικομαθηματικός. Συμπλήρωσε το έργο του Λαγκράνζ στη μαθηματική έρευνα της κλασικής μηχανικής. Το όνομά του είναι συνδεδεμένο με τις εξισώσεις του X. (ή θεμελιώδη τύπο των εξισώσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Βερμούδες — Νησιωτικό σύμπλεγμα του βόρειου Ατλαντικού ωκεανού, που τελεί σε καθεστώς ημιαυτόνομης βρετανικής κτήσης.Η συνολική έκταση των νησιών είναι 53,5 τ. χλμ. και ο πληθυσμός 62.997 κάτ. (2000), με ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 0,74% και… …   Dictionary of Greek

  • Πλούτων — I Ο θεός του Κάτω Κόσμου των αρχαίων Ελλήνων, που ονομαζόταν και Άδης, Αΐδης, Αϊδωνεύς, Πλουτεύς. Ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, αδελφός του Δία και του Ποσειδώνα και, κατά τον Ησίοδο, αδελφός επίσης της Εστίας και της Δήμητρας. Είχε πάρει… …   Dictionary of Greek

  • Σκοτιά — (Scotland). Περιοχή των Βρετανικών Νησιών, που περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα του νησιού της Μεγάλης Βρετανίας και τα αρχιπελάγη των Σέτλαντ, των Ορκάδων των εξωτερικών και εσωτερικών Εβρίδων και άλλα μικρότερα. Η Σ., παλιότερη γραφή Σκωτία ,… …   Dictionary of Greek

  • αριθμός — Η έννοια αυτή σχηματίζεται (με διάφορες γενικεύσεις) από την απλούστερη έννοια του φυσικού α. Ένας γενικός ορισμός της έννοιας είναι δύσκολο να δοθεί, αν όχι αδύνατο. Στην καθημερινή ζωή ο όρος χρησιμοποιείται με την έννοια του φυσικού ή του… …   Dictionary of Greek

  • λογική — I (Μαθημ.). Μαθηματική επιστήμη, τα θεμέλια της οποίας βρίσκονται στο έργο του Αριστοτέλη Όργανον (βλ. λ. λογική [φιλοσοφική επιστήμη]). Ο μαθηματικός Μπουλ εισήγαγε στη λ. αυτή τον λογισμό, με τον οποίο αποφεύγονται πολλά προβλήματα που υπάρχουν …   Dictionary of Greek

  • μηχανική — Επιστήμη που μελετά την κίνηση και την ισορροπία των σωμάτων. Ανάλογα με τον τομέα έρευνας και με τις αρχές στις οποίες βασίζεται η έρευνα αυτή, διακρίνονται μία κλασική μ. (ή απλώς μ.), μία σχετικιστική μ. και μία κβαντική μ. Οι νόμοι της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”